"Ο Μάρκελλος χτυπάει πάντα δυο φορές" - Κεφάλαιο 1


29 Oct 2014, 2:05 p.m. deme07

Mετά που αρκετές ώρες, μέρες διαλογισμού και σκληρής δουλείας, σας παραθέτω πιο κάτω το πρώτο κεφάλαιο του "Ο Μάρκελλος χτυπάει πάντα δυο φορές".

Προσδεθείτε και απολαύστε το μαγευτικό ταξίδι στον μαγικό κόσμο του ήρωα που όλοι λατρέψαμε.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 - "ΜΑΧΗ"

Χειμώνιασε. Ψυχρό πρωινό Κυριακής που δεν μοιάζει με τ ‘άλλα. Μακεδονίτισσα. Το δωμάτιο μυρίζει κλεισούρα. Καπνούς. Ερωτά. Η σκόνη από την λεκιασμένη εμπριμέ μοκέτα πλημυρίζει το δωμάτιο. Γίνεται ένα με τον ήλιο, λαμπυρίζει σαν χρυσόσκονη, στον χείμαρρο φωτός που διαπερνά τα πορτοπαράθυρα του δωματίου. Το δωμάτιο που δυο μήνες τώρα έχει γίνει φρούριο για τον Μάρκελλο. Όλος ο κόσμος του, τέσσερις τοίχοι. Τέσσερις γωνίες. 

Έχει καιρό να βγει έξω, να δει το φως να περπατήσει στη πλατεία άγνωστος μέσα σε αγνώστους, να μην τον νοιάζει τίποτα. Πάντα του άρεσε να μπερδεύεται στο πλήθος ξέρεις. Του άρεσε η ανωνυμία και παράλληλα αυτή η περίεργη ασφάλεια που του προσέφερε αυτή η άμορφη μάζα πλήθους. Τον γέμιζε. Τον έκανε να νιώθει ότι ανήκει κάπου, και ας μην τον ξέρει κάνεις, και ας μην τον αναγνώριζαν. Μόνο και μόνο που ο αέρας που εξέπνεε έσμιγε με αυτόν των άλλων του αρκούσε. Τον Ολοκλήρωνε.

Όχι όμως πια. Τώρα έχουν αλλάξει τα πράγματα. Έχει αλλάξει όλη του η κοσμοθεωρία. Μετά την πρόταση του Ιωνά για την κάρτα οπαδού, δεν ήταν ποτέ ο ίδιος. Πως γίνεται, σκέφτεται, εγώ που αγαπώ το πλήθος, τη βαβούρα την ανωνυμία που προσφέρει ο όχλος να υιοθετήσω αυτό τον νομό. Πως θα γίνω από κοινωνικός εύθυμος άνθρωπος, αριθμός σε κάποια κάρτα σε κάποιο συρτάρι κάποιου γραφείου σε κάποιο δωμάτιο της ΚΟΠ. 

Ξύπνησε ιδρωμένος. Τινάχτηκε πάνω λες και τον χτύπησε ηλεκτρικό ρεύμα. Λες και μπήκε το μπαρμπάρος στα ανοιχτά της Λεμεσού την ώρα που ο Στιβ Αοκι τούρτωνε ξέκωλα στο Γκουάπα. <<ΟΧΙ>> Βροντοφώναξε, παρασυρόμενος από τον εφιάλτη που μέχρι πριν λίγα δευτερόλεπτα του ροκάνιζε το μυαλό σαν σαράκι.

Όχι.. δεν θα βγάλω κάρτα. Και ας μην συνάδει με τις αξίες και τα ιδανικά μου. Όχι. Και ας φάω πόρτα στο ΠανΣυΦι και στο ταβερνάκι του Αποελ. Όχι, και ας μην κλωτσήσει ποτέ ο Εφραίμ. Όχι...

Το μαξιλάρι μούσκεμα. Σαν αμάνικο φανελάκι (μάρκας ΖΑΚΟ) δασύτριχου μεσήλικα μάστρου, που στεκόταν πάνω από την φουκού ψήνοντας υπομονετικά την σούΓλα για ένα τρίωρο. Τόσο νερό ούτε η Φοντάνα ντι τρέβι. Έριχνες δεκασέλινο και έκανες και ευχή. Η πλούσια ξανθή κόμη του, λαδιασμένη και απεριποίητη. Ψαλλίδα, ρίζα και δυσοσμία. Το μαλλί του ήταν λόγος για να πέσει στις γραμμές του τρένου ο ΤΟΝΝΥ σχερκές με τον GUY.Δεν είχε παραμελήσει ποτέ τόσο τον εαυτό του. Στάθηκε και κοίταξε στον καθρέφτη. Ξύπνησε. Όχι σωματικά αυτή τη φορά. Ξύπνησε εσωτερικά. Χτύπησε το καμπανάκι που τόσο καιρό βρισκόταν σε λήθαργο.

OMG σκέφτηκε, ψαχουλεύοντας δειλά τις μύτες των μαλλιών του. ΠΩΣ ΕΙΜΑΙ ΕΤΣΙ?? ξέσπασε σε λυγμούς. Τα δάκρυα του έσταζαν στις ξιμαρισμένες γεμάτες μύκητες μεσοδακτυλιές του. Έριξε το βλέμμα του κάτω. Το μήκος των τριχών των ποδιών του μεγαλύτερο από τον μέσο όρο μήκους πέους στη Κίνα. Πως έγινα έτσι στρίγγλιζε με τρεμάμενη φωνή. Με τα χέρια ανοιχτά χτυπά τον καθρέφτη. Δεν θέλει να βλέπει το είδωλο του. Τον φοβίζει πια. Δεν είναι αυτός που ήξερε. Είχε γίνει άλλος. Ένας ξένος. Μια χωριάτικη, ατημέλητη σκιά του πάλαι ποτέ shick Μάρκελλου.

ΟΟΟΟΟΟΟΟΟοοοοοοχι ιωνάκι σκεφτηκε. Δεν θα με λυγίσεις.

Θα σε πολεμήσω. Όπως πολεμά ο κουτσοκούμνης την ίου χωριάτικη Ομονοιάκκα σχηλλάκκα. Θα σε κατατροπώσω όπως ο Νίκαρος τον Ντάισερμπλουμ στο γιούρογκρουπ. Όπως η Έλενα Παπαρίζου τους υπολοίπους στην Γιουροβύζγιων. Θα σε πιτσικλίσω σαν νερό τουαλέτας σε κώλο την ώρα της κένωσης. Δεν θα περάσει έτσι αυτό.

Άνοιξε το ερμητικά κλειστό μέχρι τώρα παράθυρό του. Το φως που για τόσο καιρό είχε εγκλωβίσει έξω χύθηκε στο χώρο σαν αγριεμένο ποτάμι. Τον τύφλωσε. Μισόκλεισε τα μάτια και το μόνο που μπορούσε να δει ήταν το άσπρο πέπλο που κάλυψε ολόκληρο το οπτικό του πεδίο. Πέταξε στο πάτωμα τις σατέν κοκο σιανελ πιτζάμες του, και κατέβασε με αποφασιστικότητα το Κάλβιν Κλάιν μποξεράκι με το μωβ τρέντι λάστιχο που φορούσε. 

Γέμισε την μπανιερά και έπιασε από το ερμαράκι του μπάνιου τα σκονισμένα μπουκάλια των αιθέριων ελαίων του που είχε τόσο πεθυμήσει. Φύσηξε την σκόνη από πάνω και άδειασε μια γενναία δόση στο ζεστό νερό που άχνιζε. Μπήκε μέσα αργά και νωχελικά λες και επρόκειτο για κάποια αρχαιά ιεροτελεστία. Βυθίστηκε στην απόλαυση του καθαρού νερού. Λες και το νερό αυτό θα ξέπλενε κάθε ίχνος τύψης που ένοιωθε μέχρι τώρα. Ήταν λες και ξαναβαπτιζόταν. Επιτέλους κάθαρσης.

Σαράντα λεπτά. Τόσο χρειάστηκε να μείνει στο νερό για να νιώσει πάλι καθαρός. Και σωματικά αλλά κυρίως ψυχικά. Αυτή η εσωτερική μάχη που τον βασάνιζε για μήνες είχε πλέον κοπάσει. Είχε αποφασίσει πια για τον δρόμο που θα ακολουθούσε. Άνοιξε την πόρτα της γκαρνταρόμπας του και χάθηκε σε αυτή την όαση μόδας και στυλ που με τόσο κόπο μόχθο και χρήμα είχε στήσει όλα αυτά τα χρόνια. Η απόλυτη νιρβάνα.

Τυλιγμένος με μια γούνα VERSACE από τρίχωμα άγριας πολικής αρκούδας με σύνδρομο ντάουν που ζει μόνο στο βουνό "Sermitsiaq" της Γροιλανδίας, ακούει το τηλέφωνο του να δονείται. ττζζζζ... ττζζζζζζ...τττζζζζζζ... θυμωμένος που πρέπει να διακόψει, αφήνει κάτω την πανάκριβη γούνα του και με γοργά βήματα πάει να δει ποιος τον καλεί. 

Όχι δεν γίνεται σκέφτηκε. Όχι πάλι...

Στην οθόνη ένα γνώριμο όνομα. Τόσο γνώριμο που όσο και να προσπάθησε να το βγάλει απ’ το μυαλό του, να το σβήσει, δεν τα κατάφερε ποτέ.

Τι να θέλει άραγε. Ό,τι και αν μου πει δεν πρόκειται να με μεταπείσει εγώ ξεκινώ πόλεμο με οποιοδήποτε κόστος. ΟΧΙ ΣΤΗΝ ΚΑΡΤΑ ΟΠΑΔΟΥ ΑΓΑΠΗ ΜΟΥ φώναξε με παρρησία και άρχισε να περπατά προς την πόρτα.

 

ΤΕΛΟΣ ΠΡΩΤΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ.

 

Τί θα γίνει στο επόμενο επεισόδιο???

Ποιός καλεί τον Μάρκελλο???

Πώς θα εναντιωθεί στην κάρτα οπαδού???

Πώς θα γλιτώσει απά τους ΠανΣυΦαες που ζητούν την κεφαλή του επί πινακι λόγω της εναντίωσης του στον αγαπημένο τους Υπουργό και στους ιδίους???

Ποιός θα αντέξει τόσο σασπένς γαμώ το κέρατο μου??

 

COMINGSOON

Διαβάστε όλα τα άρθρα από το Blog Παραμύθια με τον Resmick

Follow Kifines